Wednesday, January 26, 2011

Estranha forma de vida

"Τι να σου βάλω να πιεις"; επανέλαβε, εντονότερα αυτή τη φορά, την ερώτησή της, βλέποντάς με να στέκω αφηρημένα και να χαζεύω το κάδρο που δέσποζε στον τοίχο.
Μετά από λίγα δευτερόλεπτα και χωρίς να λάβει κάποια απάντηση επέστρεψε βιαστικά στην κουζίνα, μουρμουρίζοντας μισόλογα, ενώ εγώ συνέχιζα να κοιτάζω μαγνητισμένος την εικόνα ακριβώς όπως καθόμαστε με τις ώρες να ατενίζουμε τη φωτιά που τριζοβολά στο τζάκι.
Μισοάδεια μπουκάλια και λιγοστά κορμιά αφημένα στη σιωπή, βλέμματα απαλλαγμένα από κάθε προσμονή, ψευδείς εντυπώσεις φωταψίας και κατάστικτες σκιάσεις, όλα συγκεντρωμένα σε ένα σύμπαν παραίτησης, ζωγραφισμένο, ωστόσο, με ζεστά και παρήγορα χρώματα. Παρατηρώ γύρω μου το λιτό σαλόνι με τους φίλους, μού φαίνεται πως μοιάζει με το ταπεινό καφενείο που απεικονίζεται στον πίνακα του Van Gogh, ο χώρος του φαντάζει σαν ένα ακόμη δωμάτιο τού μικρού διαμερίσματος, μια επίπλαστη αναπαράσταση της πραγματικότητας που μοιραζόμασταν εκείνη τη στιγμή, η οποία ανίχνευε την ανθρώπινη κατάσταση ίσως με περισσότερη ενάργεια και από την ίδια την πραγματικότητα.
Την υπόμνηση της οποίας,σημειωτέον,προσπαθώ να ξορκίζω στις φιλικές συγκεντρώσεις με ανθρώπους τους οποίους εκτιμώ, με τα απλά παιδιά που συνιστούν το μαλακό υπογάστριο ενός κοινωνικού σώματος που δείχνει να έχει ξεμείνει από μέλλον.
Αν και αυτή τη φορά δεν τα κατάφερα.
Έπινα μαζί τους ώς αργά, κάπως μουδιασμένος, και ύστερα περιπλανήθηκα μόνος μου στους άδειους δρόμους, περιμένοντας την τρελή βραδιά να με αγγίξει και να αφήσει πάνω μου ένα γλυκό φορτίο σαν το λιποβαρές ίχνος μιας, στεγνωμένης πια, αβέβαιης πινελιάς σε κάποια ημιτελή και ασχημάτιστη ακόμη νωπογραφία.

0 Comments:

Post a Comment

Subscribe to Post Comments [Atom]

<< Home